Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009


Μάτια κλειστά. Καθώς ο αγέρας από το ανοιχτό παράθυρο του συνοδηγού χτυπάει πρόσωπα χωρίς εκφράσεις, για να μη τα καταλάβει ο τρόμος καθώς πάνε να συναντήσουν ξανά το πνιγηρό του χαμόγελο. Ακολουθία οι σκέψεις, οι άνθρωποι χώρεσαν στο μισοάδειο σήμερα ποτήρι του μαύρου καφέ. Με κεραίες που φωνάζουν πως έρχεται. Μια σειρά από χωρίς νόημα λέξεις που πρέπει δεν πρέπει θα φέρουν σύννεφα στην απαλή κοιλιά σου. Πόνοι παγεροί που τους φέρνει η Σιβηρία του δωματίου κι ας μπήκε ο Σεπτέμβρης. Πανσέληνος. Βήχας. Κόμπος στο στομάχι. Πίκρα στο λαιμό. Εσύ ευχήθηκες να ήσουν εκεί. Στον ένα σιωπηλό πλανήτη με τα αστέρια τα γαλάζια. Τα χαμόγελα από στραβά δόντια παιδικά. Τα χαμόγελα λιπ γκλος. Και τη μυρωδιά του σπιτικού φαγητού. Σε αυτό το δρομολόγιο εσύ θα είσαι το σταυρουδάκι. Του Θεού που πέθανε πάλι σήμερα. Αφήνω τους πόρους στο δέρμα να ορθώνονται μικρές κόκκινες κουκίδες εγωισμού. Ο εγωισμός μου που λατρεύεις . Ο εγωισμός μου που λατρεύω να μισώ. Φεύγω να γίνω για λίγο άνθρωπος. Δυο αντίο μια συγνώμη κι ένα εκατομμύριο μάταια δάκρια. Εδώ είναι ακόμα η ίδια ζωή. Εκεί γεννήθηκαν δυο πεταλούδες.

1 σχόλιο:

  1. πρωτη φορα που καταλαβαινω κατι που γραφεις...
    και ειναι τοσο κυριολεκτικο και ξεκαθαρο...
    μυρισε το φθινωπορο που μπαινει,και αδειασε τις σκεψεις σου,η πλαση ειναι γεματη πεταλουδες και δω και κει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή